Μια ρίζα αυγής
Σε μια στροφή
θα έχουν όλα ξεχαστεί.
Θα πέρναγε καιρός,
θα έπαιρνε ο καιρός
τα γέλια και τα δάκρυα,
τα υπάρχοντα στο χώμα,
τι κοιτάς; και τι θρηνείς;
Προχώρησε απέναντι, εμείς
αντίπαλοι να πούμε πως
ελπίσαμε στο θαύμα.
Κλείσε τʼ αυτιά,
ξερίζωσε το κλάμα,
μια ρίζα αυγής
χρειάζεται το χέρι σου
για να ευδοκιμήσει.
Αλιευτές και Αλιείς
Αλιευτές και Aλιείς,
μάτια που γυαλίζουν πιο πολύ κι απ’ των ψαριών,
καμένα δίχτυα απ’ την αλμύρα,
τα λέπια που ξεβράστηκαν
ήτανε τα δικά μας.
Κομμένα παραγάδια αμολήσαμε,
αλλοιώσαμε μια θάλασσα για να κρατήσουμε βυθό,
αλλοιώσαμε εαυτό για ν’ αναγνωριστούμε.
Και όταν μια μέρα ήρθε εκείνη – πανώρια κόρη –
με την κορόνα στο ένα χέρι
δεν την αναγνωρίσαμε,
τη σμιλέψαμε στο ξύλο και τη στήσαμε στη πλώρη
να σκίζει κύματα για να περνάμε.
Μάθαμε τα πάντα να κρεμάμε.
Το κλάμα των δελφινιών δεν μας συγκίνησε,
ούτε και το δικό της
– θύελλα ήχου λέγαμε
που όλο φωνάζει:
Ζει!
Δεν τʼ αφουγκράστηκες κανείς.
Περήφανοι γινήκαμε
αλιευτές και αλιείς.
Βαβέλ
Πιο πολύ απ΄ όλα – ξέρεις; –
εκείνο μου είχε λείψει:
των δέντρων
των ανθρώπων
των πουλιών
η ίδια γλώσσα.
Τώρα επιτέλους μου μιλάς.
Τα μυστικά της μήτρας
Διαίρεση αδιαίρετης
γνώσης,
γνωστών και άγνωστων
γνώστης.
Όλα όσα γνώριζα πριν γεννηθώ
τα ξέχασα ως τον θάνατο.
Αυτή η ζωή –
με επιμονή –
μου έκλεψε
τα μυστικά της μήτρας.
Τη λησμονιά, μα πιο πολύ τη νοσταλγία
Έλυσες τις μακριές χρυσές πλεξούδες,
1922, και πέσαν στον ώμο τα μαλλιά και οι μνήμες.
Νόημα δεν είχε πια μαζί σου να τις κουβαλάς,
ξενιτεμένος μαχαλάς τα όνειρα και η ζωή σου.
Στριμωγμένα τα χρόνια και τʼ αγγίγματα
στην πέτσινη βαλίτσα.
Στην ανάσα ενός τρένου που βροντά
και τρέμει στα διαζώματα,
τρέμει η ψυχή στα άγρια ξημερώματα.
Λιθόστρωτα καντούνια γεμίζουν με βήματα και μια ηχώ
σπαρακτική.
Μάτια κρεμασμένα στο κενό, στα μαύρα σύννεφα.
Χέρια διψασμένα για ουρανό και έρωτα,
και δυο χορδές ξεριζωμένες στην καρδιά σου.
Τη λησμονιά, μα πιο πολύ τη νοσταλγία,
δεν αγάπησε κανείς.
Είναι, θαρρείς, το πρόσωπο μου ξένο,
σα θέλεις να με θυμηθείς και δεν μπορείς.
Χρόνια μετά σωπαίνεις στις εθνικές εορτές.
Τυλιγμένη στο παλτό σου ξεμακραίνεις
έχοντας αφήσει πίσω ένα λουλούδι.
Τις πλεξούδες δεν τις έκανες ξανά ποτές.
Γιατί όσα περάσανε στο χθες
για εσένα δεν εμοιάσανε τραγούδι.
Από την ποιητική συλλογή «όλα τα Μη του κόσμου», Εκδόσεις Κέδρος, 2015
Ιστοσελίδα δημοσίευσης: http://Ποείν